Η καταγγελία κάποιου ως ρατσιστή, ιδιαίτερα στην χώρα μας, όπου οι αυτοαποκαλούμενοι «προοδευτικοί» την προσάπτουν εναντίον οποιουδήποτε έχει αντίθετη άποψη με την δική τους για πολλά θέματα, είναι ιδιαίτερα εύκολη υπόθεση. Από πλευράς προπαγανδιστικής τεχνικής, αυτό αποβλέπει στο να φέρει σε θέση σε άμυνας τον οποιονδήποτε αντίπαλο, να επηρεάσει το φρόνημά του για αντίσταση σε ένα θέμα και να τον παρουσιάσει στην κοινωνία ως ένα άτομο μειωμένου ηθικού κύρους.
Του Μάνου Ηλιάδη
Η προώθηση της τεχνικής αυτής, στο πλαίσιο κυρίως του προβλήματος των λαθρομεταναστών,έχει φτάσει στο σημείο να μη μπορεί να ανοίξει κανείς το στόμα του σε δημόσιο διάλογο, χωρίς να απολογηθεί εκ των προτέρων, με το γνωστό «δεν είμαι ρατσιστής, αλλά…». Μία πλασματική κατάσταση αλλάζει, όμως, όταν έρχεται σε προφανή αντίθεση με την πραγματικότητα. Και αυτό, εκτός από αρκετές άλλες χώρες, ισχύει σήμερα περισσότερο για την Αγγλία, την χώρα με την πλέον φιλική μεταναστευτική πολιτική, όπου η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο.
Έτσι, εκτός από τις αρχές ασφαλείας που ασχολούνται όλο και πιο εντατικά με τα προβλήματα που τίθενται από την παρουσία πολυάριθμων μεταναστών, άρχισαν να ακούγονται και οι πρώτες έντονες διαμαρτυρίες από πολίτες και πολιτικούς. Μία χαρακτηριστική ντίδραση ήταν αυτή του αρχηγού τους αγγλικού Κόμματος Liberty, Πολ Γουέστον (Paul Weston), την οποία παραθέτουμε ως έχει (σε μετάφραση δική μας ενός ενδιαφέροντος βίντεο του lybio.net.).
«Γεια σας. Με λένε Πολ Γουέστον και είμαι ρατσιστής. Ξέρω ότι είμαι ρατσιστής γιατί πολλοί άνθρωποι μου λένε ότι είμαι ρατσιστής. Η σκληρή Αριστερά έχει την γνώμη ότι είμαι ρατσιστής, το Εργατικό Κόμμα λέει ότι είμαι ρατσιστής, οι Συντηρητικοί επίσης, οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες νομίζουν ότι είμαι ρατσιστής και το BBC έχει την ίδια γνώμη. Κατά συνέπεια, πρέπει να είμαι ρατσιστής.
Γιατί είμαι ρατσιστής; Είναι πολύ απλό: Θέλω να διατηρήσω την κουλτούρα της χώρας μου, θέλω να διατηρήσω τον λαό της χώρας μου και επιδιώκοντας αυτά, χαρακτηρίζομαι στην σημερινή κοινωνία ως ρατσιστής.
Τώρα, υπάρχει κάτι που μετακινήθηκε από την Αριστερά – τα γκολπόστ μετακινήθηκαν σημαντικά από την Αριστερά στο θέμα αυτό. Προκειμένου να χαρακτηρισθεί κάποιος ως ρατσιστής πριν 30 ή 40 χρόνια, θα έπρεπε να μην του αρέσουν οι ξένοι και να εκφράζει αυτή του την άποψη ενεργά. Εγώ δεν έχω τέτοια αισθήματα για τους ξένους. Αυτό που μου αρέσει, όμως, αυτό που αγαπώ, είναι η χώρα μου, η κουλτούρα μου και ο λαός μου και όλα αυτά τα βλέπω τώρα να τελούν υπό σοβαρή απειλή.
Η Βρετανία είναι μία πολύ μικρή χώρα, η οποία άνοιξε τις πύλες της στην μαζική μετανάστευση ανθρώπων από τον Τρίτο Κόσμο και πολύ απλά είμαστε υπό τεράστια πίεση. Τα σχολεία μας δεν μπορούν ανταποκριθούν, τα νοσοκομεία μας δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα, πολύ λίγα άλλα είναι αυτά που έχουμε τα οποία μπορούν να ανταποκριθούν πλέον. Το σύστημα προνοίας της χώρας είναι επίσης στα πρόθυρα της καταρρεύσεως. Έτσι, αυτό που θέλω, είναι να υπερασπιστώ αυτό μέσα στο οποίο μεγάλωσα, αυτό στο οποίο γεννήθηκα, την πατρίδα μου, την βρετανική μου κουλτούρα, την κληρονομιά μου και την Ιστορία μου. Και αυτό προφανώς, σύμφωνα με όλους σήμερα, με κάνει ρατσιστή.
Δεν νομίζω όμως ότι είναι έτσι. Όχι το γεγονός ότι δεν είμαι πράγματι ρατσιστής, γιατί το παραδέχομαι πλήρως δεδομένου ότι μου το έχει πει πολύς κόσμος. Και πιθανώς είμαι και ισλαμόφοβος. Η φοβία, βέβαια, είναι ένας παράλογος φόβος για κάτι. Εγώ, δεν έχω παράλογο λόγο να φοβάμαι το Ισλάμ. Κοιτάζω σήμερα τον κόσμο, στην Συρία για παράδειγμα, στην οποία 100.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί τα τελευταία δύο χρόνια, όπου Σιίτες μουσουλμάνοι σφαγιάζονται από σουνίτες και αντίστροφα. Κοιτάζω σε μέρη όπως η Ινδονησία, η Αίγυπτος, η Κίνα και οι Φιλιππίνες, όπου και να κοιτάξεις θα δεις προβλήματα με το Ισλάμ. Και υπάρχει βία. Και τολμώ να πω -για να ενισχύσω τα ρατσιστικά μου διαπιστευτήρια- ότι το Ισλάμ είναι μία τελείως άγρια (savage) πολιτική και θρησκευτική ιδεολογία.
Τώρα, πολλοί θα διαφωνήσουν με αυτό. Η άκρα Αριστερά φυσικά θα πει ότι δεν μπορείς να επικρίνεις το Ισλάμ γιατί είναι μία θρησκεία, και υπάρχουν κανόνες που θεσμοθετήθηκαν σε αυτή την χώρα που λένε ότι αν την επικρίνεις είσαι ένοχος προκλήσεως θρησκευτικού μίσους. Αλλά το Ισλάμ δεν είναι μόνο μία θρησκεία, το Ισλάμ είναι επίσης μία πολιτική ιδεολογία και αυτό πρέπει να το πούμε ανοιχτά, γιατί αυτή η ιδεολογία είναι όντως πολιτική. Είναι μία κουλτούρα που είναι ταυτόχρονα πολιτική και θρησκευτική.
Θα ήθελα να ξέρω εάν είμαι σε θέση να πω μερικά πράγματα σχετικά με αυτό. Νομίζω, για παράδειγμα, ότι σκοτώνοντας διά λιθοβολισμού τις μοιχαλίδες είναι κάτι που θα πρέπει να δεχτούμε ασμένως στην χώρα μας; Δεν νομίζω. Κατά συνέπεια, λέγοντάς το αυτό, είμαι ένοχος προκλήσεως θρησκευτικού μίσους. Νομίζω ότι οι ομοφυλόφιλοι πρέπει να απαγχονίζονται, κρεμασμένοι σε γερανούς; Όχι, γιατί έχω την γνώμη ότι αυτό είναι οπισθοδρομικό, είναι βάρβαρο και ειλικρινά νομίζω ότι οι άνθρωποι που το κάνουν αυτό πρέπει να περιχαρακωθούν.
Δεν επιτρέπεται να τα λέω αυτά γιατί, φυσικά, ενθαρρύνω το θρησκευτικό μίσος. Κατά συνέπεια δεν είμαι μόνο ρατσιστής, είμαι και εναντίον της άλλης θρησκείας. Αλλά δεν είμαι. Σε αυτή την χώρα έχουμε ένα τεράστιο πρόβλημα το οποίο δεν πρόκειται να εξαλειφθεί και θα γίνεται όλο και χειρότερο. Εμείς, σαν λαός, δημογραφικά φθίνουμε και ο ισλαμικός πληθυσμός αυξάνεται εννέα φορές ταχύτερα από κάθε άλλον. Και κοιτάζοντας το μέλλον, βλέπω έναν τεράστιο θρησκευτικό εμφύλιο πόλεμο σε αυτή την χώρα.
Τα αδιανόητα πράγματα που συμβαίνουν κάπου, όπως στη Συρία σήμερα, θα συμβούν σε αυτή την χώρα πριν από το 2040, σίγουρα πριν από το 2050. Δεν θέλω την Βρετανία να γίνει μία τέτοια χώρα. Κατά συνέπεια, θα καταγγέλλω το Ισλάμ ως μία οπισθοδρομική και άγρια πολιτική και θρησκευτική ιδεολογία και στο διάολο τι σκέπτονται άλλοι για αυτό, γιατί εάν δεν κάνουμε κάτι για αυτό, θα εμπλακούμε σε κάτι που οι περισσότερο άνθρωποι στην Βρετανία μετά βίας μπορούν να φαντασθούν.
Σε πόλεις της Συρίας αποκεφαλίζονται παιδιά. Η ιδέα ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί κάπου όπως το Surbiton, ή ακόμη και στην Eaton Square, είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτή από πολλούς ανθρώπους. Αλλά θα συμβεί και χρειάζεται να συγκροτήσουμε κάποιο είδος άμυνας για αυτό.
Το πρόβλημα, όμως, συγκροτήσεως μίας άμυνας ενάντια σε αυτό είναι ότι θα αντιμετωπίσεις την κατηγορία του «ρατσιστή». Ιδού λοιπόν κάτι: Εγώ είμαι ρατσιστής. Αν πρόκειται να αποτρέψω ένα εμφύλιο πόλεμο στην χώρα μου, είμαι προετοιμασμένος να δεχθώ να με αποκαλούν ρατσιστή και το ίδιο θα πρέπει να κάνετε και εσείς.
Ας πούμε, όλοι μαζί, «Ναι, είμαστε φοβεροί, μα φοβεροί ρατσιστές» και ας αρχίσουμε να καταγγέλλουμε μία ιδεολογία που είναι η πλέον πρωτόγονη, οπισθοδρομική και άγρια ιδεολογία την οποία εισάγαμε αυτοβούλως στην χώρα- με ευθύνη της Αριστεράς, από άτομα όπως ο Τόνι Μπλερ (σ.τ.μ.: η αδελφή της γυναίκας του έγινε σχετικώς πρόσφατα μουσουλμάνα), ο οποίος το έκανε προμελετημένα, με σκοπό να υπονομεύσει την κουλτούρα μας, τον λαό μας, την χώρα μας, την χώρα μου. Το έκαναν προμελετημένα και μετά είπαν “Ξέρετε; Δεν σας επιτρέπεται να διαφωνήσετε μαζί μας σε αυτό”».
To υπόλοιπο τμήμα της δηλώσεως του Γουέστον, αναφέρεται στον Τόνυ Μπλερ, τον οποίο κατηγορεί για προδοσία σε σχέση με τις αποφάσεις του με την πολιτική αυτή και απευθυνόμενος στον ίδιο καταλήγει ως εξής:
«Δεν με απασχολεί εάν ενδεχομένως ασκήσεις δίωξη εναντίον μου για ρατσισμό ή για υποκίνηση θρησκευτικού μίσους. Δεν πιστεύω σε αυτά. Αυτό στο οποίο πιστεύω είναι ένα πράγμα: Στην άμυνα της χώρας μου, στην άμυνα του λαού μου, στην άμυνα της κουλτούρας μου. Και όλα τα άλλα να πάνε στο διάολο. Είμαι ρατσιστής».